Γνωσιακή – Συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεία


Η προσπάθεια του ανθρώπου να αντιμετωπίσει την ψυχολογική δυσφορία και τα προβλήματα του μέσω του διαλόγου αλλά και η αινιγματική φύση της ψυχικής λειτουργίας γέννησε μία σειρά από θεωρίες και πρακτικές που άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο βασίζονταν σε αυθαίρετες υποθέσεις και αξιώματα χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση. Την έλλειψη αυτή επιχείρησαν να καλύψουν οι πρώτες προσπάθειες να μελετηθεί η ανθρώπινη συμπεριφορά με επιστημονικούς όρους και να εξαχθούν συμπεράσματα που βασίζονταν αποκλειστικά στο πείραμα και την παρατήρηση. Η ανάπτυξη των θεωριών μάθησης και της συμπεριφοριστικής θεραπείας στα μέσα του 20ου αιώνα έστρεψε το ενδιαφέρον στις παρατηρήσιμες συμπεριφορές αλλά παραμέλησε σημαντικές πτυχές της ανθρώπινης εμπειρίας όπως η σκέψη και το συναίσθημα. Το κενό αυτό ήρθε να καλύψει η γνωσιακή θεραπεία.

Γνωσιακή – Συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεία


Η προσπάθεια του ανθρώπου να αντιμετωπίσει την ψυχολογική δυσφορία και τα προβλήματα του μέσω του διαλόγου αλλά και η αινιγματική φύση της ψυχικής λειτουργίας γέννησε μία σειρά από θεωρίες και πρακτικές που άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο βασίζονταν σε αυθαίρετες υποθέσεις και αξιώματα χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση. Την έλλειψη αυτή επιχείρησαν να καλύψουν οι πρώτες προσπάθειες να μελετηθεί η ανθρώπινη συμπεριφορά με επιστημονικούς όρους και να εξαχθούν συμπεράσματα που βασίζονταν αποκλειστικά στο πείραμα και την παρατήρηση. Η ανάπτυξη των θεωριών μάθησης και της συμπεριφοριστικής θεραπείας στα μέσα του 20ου αιώνα έστρεψε το ενδιαφέρον στις παρατηρήσιμες συμπεριφορές αλλά παραμέλησε σημαντικές πτυχές της ανθρώπινης εμπειρίας όπως η σκέψη και το συναίσθημα. Το κενό αυτό ήρθε να καλύψει η γνωσιακή θεραπεία.

Η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική θεραπεία (ΓΣΘ) όπως εξελίχθηκε στις μέρες μας βασίζεται στο γνωστικό μοντέλο για τις ψυχικές διαταραχές, που αναπτύχθηκε αρχικά από τον Beck (1964). Σύμφωνα με το θεωρητικό υπόβαθρο αυτού του μοντέλου, όταν ένα άτομο βιώνει μία κατάσταση που αποτελείται από ένα σύνολο ερεθισμάτων, ερμηνεύει αυτή την κατάσταση και της προσδίδει ένα νόημα. Συνεπώς δεν είναι τα γεγονότα που μας προκαλούν δυσφορία αλλά η ερμηνεία που δίνουμε σε αυτά. Αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι δύο άνθρωποι που βιώνουν την ίδια κατάσταση μπορεί να αντιδράσουν με τελείως διαφορετικό τρόπο.


Η ιδέα αυτή δεν είναι καινούργια αλλά διατυπώθηκε αρχικά από τους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους Στωικούς φιλοσόφους. Τον πρώτο αιώνα μ.Χ. ο Επίκτητος ανέφερε στο Εγχειρίδιο:  “Ταράττει τους ανθρώπους ου τα πράγματα, αλλά τα περί των πραγμάτων δόγματα” (Οι άνθρωποι ταράζονται όχι απ’ αυτά που συμβαίνουν, αλλά από την άποψή τους γι’ αυτά που συμβαίνουν). Ο Σαίξπηρ «επαναδιατύπωσε» αυτή την ιδέα αιώνες αργότερα μέσω του Άμλετ «Δεν υπάρχει τίποτα καλό ή κακό, αλλά η σκέψη το κάνει έτσι».


Οι σχεδόν αυτόματες αυτές σκέψεις (γνωσίες) και ερμηνείες που δίνουμε σε μία τρέχουσα κατάσταση μοιάζουν να εισβάλλουν στο μυαλό μας και να εμφανίζονται από το πουθενά. Ωστόσο αυτές οι γνωσίες έχουν συγκεκριμένη προέλευση. Παράγονται από βαθύτερες πεποιθήσεις οι οποίες με τη μορφή κανόνων, στάσεων και παραδοχών παρέχουν ένα εργαλείο για την αντίληψη του κόσμου μας. Οι πεποιθήσεις αυτές διαμορφώνονται μέσα από τις πρώιμες και μεταγενέστερες εμπειρίες μας και αποτελούν σταθερές εσωτερικές αναπαραστάσεις και ένα απόσταγμα γνώσης που επηρεάζει άμεσα τον τρόπο με τον οποίο επεξεργαζόμαστε τις πληροφορίες που παίρνουμε από τον εξωτερικό κόσμο ανά πάσα στιγμή. Σε ένα βαθύτερο επίπεδο συναντάμε ακόμα πιο γενικές, θεμελιώδεις, κεντρικές και άκαμπτες πεποιθήσεις για τον εαυτό μας, τους άλλους και τον κόσμο που ονομάζουμε πυρηνικές πεποιθήσεις (σχήματα). Τα σχήματα αναπτύσσονται νωρίς στην ανάπτυξη ενός ατόμου και λειτουργούν ως «φίλτρα» μέσω των οποίων επεξεργάζονται οι τρέχουσες πληροφορίες. Διαμορφώνονται από προσωπικές εμπειρίες και επηρεάζονται από τη σχέση μας με σημαντικούς άλλους.


Οι σκέψεις, οι εκτιμήσεις και οι βαθύτερες πεποιθήσεις του ατόμου μπορεί να είναι λιγότερο ή περισσότερο ρεαλιστικές. Όταν οι καταστάσεις ενεργοποιούν εγκατεστημένες δυσλειτουργικές πεποιθήσεις του ατόμου, η πραγματικότητα ερμηνεύεται με ένα μη ρεαλιστικό τρόπο. Είναι λοιπόν αυτή η ερμηνεία που προκαλεί τα δυσφορικά συναισθήματα και ωθεί το άτομο να εμπλακεί σε συμπεριφορές με αρνητικές συνέπειες.

Οι δυσπροσαρμοστικές αυτές πεποιθήσεις επηρεάζουν την επεξεργασία των πληροφοριών και την εξαγωγή συμπερασμάτων και οδηγούν σε μια προκατειλημμένη αντίληψη της πραγματικότητας με ένα σταθερό τρόπο. Έτσι το άτομο παγιδεύεται σε γνωσιακές διαστρεβλώσεις όπως η καταστροφοποίηση, η υπεργενίκευση, η προσωποποίηση, η διχοτόμος τρόπος σκέψεις, τα αυθαίρετα συμπεράσματα και άλλες.


Η γνωσιακή συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεία στοχεύει στο να κινητοποιήσει το άτομο να εντοπίσει τη νοητική αυτή επεξεργασία που οδηγεί σε λανθασμένες εκτιμήσεις και να την αντικαταστήσει με μία πιο ρεαλιστική και προσαρμοστική. Τροποποιώντας αυτές τις πεποιθήσεις ο θεραπευόμενος επιτυγχάνει να επιλύσει τα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετωπίζει.


Η θεραπεία στοχεύει τελικά να αποκτήσει ο θεραπευόμενος την απαραίτητη γνώση ώστε να γίνει ο ίδιος “θεραπευτής” του εαυτού του, βοηθώντας τον να κατανοήσει τα πρότυπα σκέψης και συμπεριφοράς του και να τα αλλάξει. Η γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία βασίζεται σε έναν εξατομικευμένο και διαρκώς εξελισσόμενο τρόπο κατανόησης του θεραπευόμενου και των προβλημάτων του στη βάση μιας ισχυρής θεραπευτικής συμμαχίας ανάμεσα στο θεραπευτή και στο θεραπευόμενο. Βασική αρχή της θεραπείας είναι ο συνεργατικός εμπειρισμός. Ο θεραπευτής συνεργάζεται με το θεραπευόμενο με στόχο την κατανόηση και τροποποίηση των δυσλειτουργικών πεποιθήσεων, συμπεριφορών και αρνητικών συναισθημάτων του θεραπευόμενου. Οι πεποιθήσεις ελέγχονται εμπειρικά στο πειραματικό εργαστήριο της πραγματικής ζωής ώστε να διαπιστωθεί η ορθότητα τους. Η διαδικασία είναι εστιασμένη και προσανατολισμένη σε συγκεκριμένους στόχους και προβλήματα. Υπό αυτή την έννοια έχει συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα και δίνει έμφαση στο παρόν.


Η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεία είναι μια θεραπεία βασισμένη σε τεκμήρια. Ένας τρόπος με τον οποίο οι ερευνητές αντιμετωπίζουν ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα των θεραπειών είναι η διεξαγωγή τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών, όπου διαφορετικές θεραπείες συγκρίνονται προσεκτικά και συστηματικά μεταξύ τους. Τις τελευταίες δεκαετίες χιλιάδες τέτοιες μελέτες έχουν εξετάσει τη ΓΣΘ και έχουν συγκρίνει την αποτελεσματικότητα της με άλλες μορφές ψυχοθεραπείας αλλά και με τη φαρμακοθεραπεία. Η σύγκριση αυτή ανέδειξε και τεκμηρίωσε την υπεροχή της σε σχέση με άλλες θεραπείες για διάφορες ψυχικές διαταραχές. Συνέπεια αυτού είναι το γεγονός ότι η γνωσιακή συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεία προτείνεται σαν θεραπεία εκλογής στις επίσημες οδηγίες διαφόρων φορέων ψυχικής υγείας.

Share by: